ΜΕΤΟΙΚΗΣΗ ΤΟΥ ΓΟΝΕΑ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΤΩΝ ΤΕΚΝΩΝ ΣΤΗΝ ΑΛΛΟΔΑΠΗ: ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΟΥ ΕΤΕΡΟΥ ΓΟΝΕΑ
Η σημερινή κοινωνικο-οικονομική κατάσταση στη χώρα μας και η διεθνής οικονομική κρίση, με την ανεργία και τη λιτότητα που έχουν επιφέρει και συνεπάγονται, έχουν προκαλέσει, μεταξύ άλλων, ποικίλα και δυσχερή προβλήματα στις κοινωνικές δομές, και δη στο θεσμό της οικογένειας.
Ένα συχνό φαινόμενο της σημερινής κοινωνικο-οικονομικής κατάστασης είναι η αναγκαιότητα να μετοικήσει ο ένας από τους δύο διαζευχθέντες γονείς στην αλλοδαπή, όπου μετεγκαθίσταται προκειμένου να βρει δουλειά και να επιτύχει καλύτερες συνθήκες ζωής.
Κάποιες φορές, δε, ο γονέας που αποφασίζει να μετοικήσει στο εξωτερικό είναι αυτός, στον οποίο έχει ανατεθεί η επιμέλεια των τέκνων. Ανακύπτει, λοιπόν, εξ αυτής της αιτίας το ζήτημα της επικοινωνίας του έτερου γονέα με τα τέκνα του, μετά την μετοίκηση του γονέα που έχει την επιμέλεια στο εξωτερικό μαζί με τα τέκνα.
Εν πρώτοις, θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι η ελληνική και Κοινοτική νομοθεσία σαφέστατα επιτρέπουν τη μετοίκηση σε άλλη χώρα του γονέα που έχει την επιμέλεια. Ωστόσο, αναγνωρίζεται ως επιτακτική και η ανάγκη επικοινωνίας του έτερου γονέα με το τέκνο.
Ειδικότερα, το άρθρο 1520 Α.Κ. ορίζει “Ο γονέας με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο διατηρεί το δικαίωμα της επικοινωνίας με αυτό. ..Στις περιπτώσεις των προηγούμενων παραγράφων, τα σχετικά με την επικοινωνία καθορίζει ειδικότερα το δικαστήριο.”
Το δικαίωμα επιμέλειας, λοιπόν, είναι σύμφυτο με τη γονική μέριμνα και δε χωρεί παραίτηση από αυτό.
Το δικαίωμα επικοινωνίας προστατεύεται και από το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), για αυτό και δεν είναι επιτρεπτός ο πλήρης αποκλεισμός του. Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο δε μπορεί να αποστερήσει το δικαιούχο γονέα από το δικαίωμα να επικοινωνεί με το παιδί του.
Μόνο σε εξαιρετικά οριακές περιπτώσεις, και κυρίως όταν η ίδια η επικοινωνία είναι τραυματική για το παιδί, το Δικαστήριο μπορεί να την αποκλείσει.
Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο γονέας με τον οποίο διαμένει το παιδί αναγκάζεται να μετακομίσει σε άλλη πόλη ή χώρα, με συνέπεια να δυσχεραίνεται το δικαίωμα επικοινωνίας του άλλου γονέα, γίνεται δεκτό ότι επικρατεί το δικαίωμα της επιμέλειας, αλλά θα πρέπει να λαμβάνεται πρόνοια, ώστε να εξασφαλίζεται η επικοινωνία του παιδιού με τον άλλο γονέα (π.χ. στις διακοπές).
Οι λεπτομέρειες για την άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας ρυθμίζονται από το δικαστήριο, το οποίο καθορίζει το χρόνο και τρόπο επικοινωνίας. Κατά την επικρατούσα στη νομολογία άποψη, τη ρύθμιση μπορεί να ζητήσει μόνο ο γονέας ο οποίος δεν έχει την επιμέλεια.
Ωστόσο, η νομολογιακή αυτή θέση δε φαίνεται ορθή, καθώς το άρθρο 1520 Α.Κ. επιτρέπει την ενεργητική νομιμοποίηση και του γονέα που έχει την επιμέλεια. Παρόμοια λύση εξυπηρετεί και το συμφέρον του τέκνου, αφού ο τρόπος με τον οποίο ασκείται το δικαίωμα επικοινωνίας συνιστά κρίσιμο στοιχείο για την ομαλή ανάπτυξη της προσωπικότητάς του.
Κατά το άρθρο 1536 Α.Κ. ορίζει ”Αν από τότε που εκδόθηκε δικαστική απόφαση σχετική με τη γονική μέριμνα μεταβλήθηκαν οι συνθήκες, το δικαστήριο οφείλει, ύστερα από αίτηση ενός ή και των δύο γονέων, των πλησιέστερων συγγενών του τέκνου ή του εισαγγελέα, να προσαρμόσει την απόφασή του στις νέες συνθήκες ανακαλώντας ή μεταρρυθμίζοντάς την, σύμφωνα με το συμφέρον του τέκνου, και ιδίως να αποδώσει στους γονείς την άσκηση της γονικής μέριμνας που τους έχει αφαιρεθεί.”
Κατά συνέπεια, ο γονέας που έχει την επιμέλεια νομιμοποιείται και έχει έννομο συμφέρον να υποβάλει σχετική αίτηση στο δικαστήριο, ζητώντας την ανάκληση και μεταρρύθμιση της απόφασης, με την οποία ρυθμίστηκε η επιμέλεια και επικοινωνία των παιδιών με τον έτερο γονέα τους, εξηγώντας τους λόγους για τους οποίους επιβάλλεται ο ίδιος να μεταβεί μόνιμα στο εξωτερικό, επιτρέποντας όμως και προτείνοντας τρόπο και χρόνο επικοινωνίας των παιδιών με τον έτερο γονέα τους.
Κατά συνέπεια, υπάρχει πάντα η δυνατότητα να βελτιωθούν οι συνθήκες ζωής του γονέα, μέσω της μετάβασής του στο εξωτερικό, μεριμνώντας όμως να αιτηθεί από το αρμόδιο δικαστήριο τη μεταρρύθμιση της απόφασης που ρυθμίζει την επικοινωνία των τέκνων με τον έτερο γονέα τους, προκειμένου να μην αποστερηθεί ο τελευταίος την ψυχική και συναισθηματική επαφή μαζί τους.
Από τη Χρύσα Αντωνοπούλου