Ακύρωση διαθήκης : λόγοι ακύρωσης και παραγραφή
Κατά το άρθρο 1788 ΑΚ το δικαίωμα για την ακύρωση διάταξης τελευταίας βούλησης παραγράφεται δύο χρόνια μετά τη δημοσίευση της διαθήκης. Η παραγραφή αυτή αναφέρεται αποκλειστικά σε ακυρώσιμη διαθήκη, για τους λόγους που προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 1782-1786 ΑΚ,
α. πλάνης του διαθέτη ως προς τα πράγματα ή ως προς το δίκαιο (πλάνη για το εάν ζει κάποιος ή πλάνη περί του ποιοί είναι οι μεριδιούχοι ή η νόμιμη μοίρα )
β. απάτης, χωρίς να περιλαμβάνονται υποκριτικές εκδηλώσεις συναισθημάτων προς τον διαθέτη
γ. απειλής, δηλαδή ψυχολογικής βίας που προκαλεί φόβο και εκθέτει τον απειλούμενο σε άμεσο και σπουδαίο κίνδυνο
δ. παράλειψης μεριδιούχου
ε. άκυρου γάμου του διαθέτη ή γάμου ο οποίος λύθηκε όσο αυτός ζούσε ή σε περίπτωση άσκησης αγωγής διαζυγίου για βάσιμο λόγο.
Στις υπόλοιπες περιπτώσεις (πχ. πλαστότητα) η αναγνωριστική της ακυρότητας αγωγή (άρθρο70 ΚΠολΔ) δεν υπόκειται σε καμία παραγραφή και, οπωσδήποτε, όχι σε μικρότερη από την εικοσαετία (ΑΠ 1350/2014, 244/2000). Η άσκηση αναγνωριστικής της ακυρότητας διαθήκης αγωγής, για τη σύνταξη της οποίας (διαθήκης) δεν τηρήθηκαν οι εκ του νόμου προϋποθέσεις, δεν υπόκειται σε κανένα χρονικό περιορισμό ή παραγραφή.
Τέλος, σε περίπτωση ακυρώσιμης διαθήκης με την οποία καταλείπεται περιουσιακό στοιχείο υπέρ του Δημοσίου ή υπέρ κοινοφελούς σκοπού, η προθεσμία προσβολής της είναι πενταετής (άρθρο 1 του ΝΔ 430/1970).
Από τη Σοφία Ι Αντωνοπούλου