1. Εισαγωγή
Η σύγκρουση ανάμεσα στο δικαίωμα της ελευθεροτυπίας και της ελεύθερης δημοσιογραφίας αφενός, και στην προστασία της αξίας του ανθρώπου αφετέρου, έχει αποτελέσει αντικείμενο ιδιαίτερου δικανικού προβληματισμού. Είναι γεγονός, ότι αρκετά φυσικά πρόσωπα, που φέρονται ότι έχουν προσβληθεί στο δικαίωμα της προσωπικότητάς τους από την άσκηση δημοσιογραφικής κριτικής ή δημοσιευμάτων που αφορούν στο πρόσωπό τους, διεκδικούν την ανόρθωση της περιουσιακής ζημίας ή της ηθικής βλάβης τους ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων, κατά την ειδική διαδικασία του άρθρου 681Δ του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
2. Νομική προστασία
Η προσωπικότητα αποτελεί πλέγμα αγαθών που συνθέτουν την υπόσταση του προσώπου και είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα μαζί του. Τα αγαθά αυτά δεν αποτελούν μεν αυτοτελή δικαιώματα, αλλά επιμέρους εκδηλώσεις-εκφάνσεις του ενιαίου δικαιώματος επί της προσωπικότητας. Όμως, η προσβολή της προσωπικότητας, σε σχέση με οποιαδήποτε από τις εκδηλώσεις αυτές, συνιστά προσβολή της προσωπικότητας. Τα άρθρα 57 και 59 του Αστικού μας Κώδικα αποτελούν μέσα προστασίας του σπουδαίου αγαθού της προσωπικότητας, καθώς ο προσβληθείς έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον (57 ΑΚ), ενώ με αίτηση του τελευταίου μπορεί να υποχρεωθεί ο προσβολέας να ικανοποιήσει την ηθική βλάβη αυτού που έχει προσβληθεί(59 ΑΚ).Προϋποθέσεις εφαρμογής των εν λόγω άρθρων, είναι η προσβολή να επέρχεται ως αποτέλεσμα πράξης ή παράλειψης άλλου, η πράξη ή παράλειψη να είναι παράνομη και να υπάρχει πταίσμα του προσβάλλοντος. Άλλωστε, από την όλη δομή του Συντάγματος και δη από το άρθρο 5 παρ. 1 προκύπτει ως πρωταρχικό μέλημα του συντακτικού νομοθέτη η προστασία της αξίας του ανθρώπου και η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας.
Η παράνομη και υπαίτια προσβολή της προσωπικότητας επισύρει την εφαρμογή του άρθρου 914 ΑΚ, καθώς συνιστά ειδικότερη μορφή αδικοπραξίας. Συνδυαστικά εφαρμόζονται και τα άρθρα 919, με την οποία θεσμοθετείται η απαγόρευση προσβολής των χρηστών ηθών, η 920 ΑΚ, η οποία απαγορεύει τη διάδοση δυσφημιστικών διαδόσεων, όπως επίσης και η 932 ΑΚ, η οποία καθιερώνει το δικαίωμα στην ικανοποίηση της ηθικής βλάβης με εύλογη χρηματική ικανοποίηση.
Γίνεται δεκτό, ότι η, από άλλον, αποτύπωση με φωτογράφηση ή άλλον τρόπο, ή η προβολή φωτογραφίας δημοσίως, χωρίς τη συναίνεση του εικονιζόμενου, αποτελεί, καθ’ αυτή, παράνομη προσβολή της προσωπικότητας, δηλαδή του δικαιώματος, επί της ιδίας εικόνας, και δεν απαιτείται να προσβάλλεται, συγχρόνως και άλλο αγαθό της προσωπικότητάς του. Στην ανωτέρω απαγόρευση εμπίπτει και η αυθαίρετη δημοσίευση, εικόνας που προέρχεται από άλλες πηγές, όπου και έχει πρωτοδημοσιευθεί, όσο και η άντληση φωτογραφικού υλικού από το διαδίκτυο και η επαναδημοσίευσή της σε άλλες ιστοσελίδες ή σε παραδοσιακά έντυπα ή τηλεοπτικά μέσα.Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο προσβληθείς μπορεί να εναχθεί κατά του προσβάλλοντος και να διεκδικήσει την προστασία των δικαιωμάτων του δια της δικαστικής οδού, επικαλούμενος τα άρθρα, για τα οποία έγινε λόγος ανωτέρω, και συγκεκριμένα να αιτηθεί αποζημίωση για τυχόν υλικές ζημίες και χρηματική ικανοποίηση, εάν υπέστη ηθική βλάβη.
Παράνομη προσβολή της προσωπικότητας από δημοσίευμα στον Τύπο δεν υφίσταται, όπως δέχονται η νομική θεωρία και η νομολογία, όταν έχει λάβει χώρα ρητή ή σιωπηρή συναίνεση ή έγκριση του εικονιζόμενου για τη συγκεκριμένη δημοσίευση. Η συναίνεση, ωστόσο, θα πρέπει να είναι σαφής και να αναφέρεται στο συγκεκριμένο δημοσίευμα, ενώ δεν μπορεί να γίνει δεκτή μια εφόρου ζωής συναίνεση καθώς έχει συγκεκριμένη χρονική διάρκεια. Η έγκριση του εικονιζόμενου μια δεδομένη χρονική στιγμή δεν συνεπάγεται στάση ζωής και αποδοχή κάθε μελλοντικής αναπαραγωγής του εν λόγω δημοσιεύματος. Συνεπώς, η παροχή συναίνεσης δεν αποκλείει εξ ορισμού και εκ των προτέρων την παροχή δικαστικής προστασίας έναντι δημοσιεύματος στον Τύπο που θίγει την τιμή και την υπόληψη. Παράνομη προσβολή της προσωπικότητας υφίσταται, κατά μείζονα λόγο, όταν, παρά τη δοθείσα συναίνεση, δημοσιοποιήθηκαν παραποιημένα τα στοιχεία του συναινούντος (όπως στις συνεντεύξεις).
Πέρα από τις γενικές διατάξεις του Αστικού Κώδικα και του Συντάγματος
που, αφενός κατοχυρώνουν το δικαίωμα στην προσωπικότητα και αφετέρου καθιερώνουν την ευθύνη του προσβολέα, ο νόμος 1178/1981 προβλέπει ότι ο ιδιοκτήτης παντός εντύπου υποχρεούται σε πλήρη αποζημίωση για την παράνομη περιουσιακή ζημία μέχρι και χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη, οι οποίες προξενήθηκαν από δημοσίευμα, το οποίο θίγει την τιμή ή την υπόληψη παντός ατόμου, έστω και αν η κατά το άρθρο 920 ΑΚ γνώση η υπαίτια άγνοια συντρέχει στο πρόσωπο του συντάκτη του δημοσιεύματος ή αν αυτός είναι άγνωστος στον εκδότη ή τον διευθυντή της συντάξεως του εντύπου. Καθιερώνεται έτσι γνήσια αντικειμενική ευθύνη του ιδιοκτήτη, πράγμα που σημαίνει ότι ο προσβληθείς δύναται να στραφεί και κατά του ιδιοκτήτη του εντύπου, ακόμα και αν δεν συντρέχει πταίσμα στο πρόσωπό του. Απαιτείται, ωστόσο, η συνδρομή υπαιτιότητας στο πρόσωπο του συντάκτη του επιλήψιμου δημοσιεύματος ή αν αυτός είναι άγνωστος, στο πρόσωπο του εκδότη ή του διευθυντή σύνταξης του εντύπου.
3. Ελευθερία του Τύπου και περιορισμοί
Από τις διατάξεις του άρθρου 14 του Συντάγματος και του άρθρου 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου συνάγεται ότι ο Τύπος επιτελεί κοινωνικό λειτούργημα, ασκώντας καθήκοντα που ο ίδιος επιλέγει, βάσει της αποστολής του, η οποία συνίσταται στην πληροφόρηση και τη σύμπραξη για τη διαμόρφωση της κοινής γνώμης. Η ελευθερία της έκφρασης, υπό την εκδοχή της δημοσιογραφικής ελευθερίας, αποτελεί έναν από τους
κυριότερους πυλώνες του δημοκρατικού μας πολιτεύματος.Όμως, ελευθερία του Τύπου δεν αποτελεί αυτοσκοπό και συνακόλουθα δεν πρέπει να συνεπάγεται χωρίς άλλο τη θυσία άλλων εννόμων αγαθών, γι’αυτό και υπάγεται, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 14 του Συντάγματος, στον γενικό περιορισμό της τήρησης των Νόμων του Κράτους. Με νόμο, συνεπώς, μπορεί να περιορισθεί η ελευθερία του Τύπου, αρκεί οι περιορισμοί αυτοί να είναι γενικής φύσης και να μην θίγουν τον πυρήνα του δικαιώματος. Περιορισμός στην ελευθερία του τύπου αποτελεί η απαγόρευση των 361 επ. του ΠΚ, καθιερώνοντας το ποινικό αδίκημα της προσβολής της τιμής και της υπόληψης άλλου ατόμου. Η τιμή και η υπόληψη συνιστούν, όπως αναλύθηκε ανωτέρω, επιμέρους εκφάνσεις της προσωπικότητας, συνεπώς η προσβολή τους επισύρει την εφαρμογή των ΑΚ 57 και 59. Ο άδικος χαρακτήρας της προσβολής της τιμής και της υπόληψης (άρ. 361 επ. ΠΚ) αίρεται, μεταξύ των άλλων περιπτώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 367 παρ. 1 περ. α-δ’ ΠΚ, και όταν πρόκειται για εκδηλώσεις που γίνονται για την εκτέλεση νόμιμων καθηκόντων, την άσκηση νόμιμης εξουσίας ή για τη διαφύλαξη δικαιώματος ή από άλλο δικαιολογημένο ενδιαφέρον. Ποτέ, ωστόσο, δεν αίρεται ο άδικος χαρακτήρας της πράξης όταν στοιχειοθετείται το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμισης (363 ΠΚ) με ειδικό σκοπό εξύβρισης, έννοια που ελέγχεται αναιρετικά από τον Άρειο Πάγο και συντρέχει όταν ο σκοπός αυτός κατευθύνεται ειδικώς σε προσβολή της τιμής άλλου.
α. Δημόσια πρόσωπα
Η έννοια του δικαιολογημένου ενδιαφέροντος, ως λόγος άρσης του άδικου χαρακτήρα της πράξης των 361 επ. του ΠΚ, αναφέρεται σε εκείνα τα πρόσωπα, των οποίων η ιδιωτική ζωή, ενδεχομένως, αφορά τους πολίτες και για την οποία δικαιολογείται το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης. Τα πρόσωπα, λοιπόν, που συνδέονται με τον τύπο μπορούν, βάσει της συνταγματικά κατοχυρωμένης ελευθερίας του Τύπου, να προβαίνουν σε αντίστοιχη δημοσίευση για πληροφόρηση, ενημέρωση και κατατόπιση του κοινού, ακόμη και με οξεία κριτική ή δυσμενείς χαρακτηρισμούς σε βάρος των ως άνω προσώπων. Η δυνατότητα των μέσων ενημέρωσης να ασκούν ακόμα και δριμεία κριτική στα πρόσωπα που έχουν ή διεκδικούν δημόσιο ρόλο είναι κατοχυρωμένη από τη νομοθεσία αλλά και αναγνωρισμένη από τη νομική θεωρία και την νομολογία.Η νομική θεωρία και η νομολογία διακρίνουν σε πρόσωπα της απόλυτης επικαιρότητας, όπως για παράδειγμα οι, πολιτικοί και όσοι ασκούν κάποια σημαντική δημόσια λειτουργία, και σε πρόσωπα της σχετικής επικαιρότητας τα οποία ήρθαν στη δημοσιότητα λόγω κάποιου έκτακτου και συνήθως χρονικά περιορισμένου γεγονότος. Κεντρική σκέψη του όλου προβληματισμού είναι ότι τα δημόσια πρόσωπα από τη μία πλευρά δεν μπορούν να αναμένουν ή να απαιτούν την τέλεια προστασία της ιδιωτικής τους ζωής, όπως ένας απλός πολίτης. Είναι το
τίμημα του δημοσίου ρόλου που επιδιώκουν.Αυτό γιατί άλλες φορές κάποιες πτυχές του ιδιωτικού τους βίου επηρεάζουν την άσκηση των καθηκόντων τους, άλλοτε δημιουργούν ηθικά ασυμβίβαστα, άλλοτε τα μέσα ενημέρωσης και η κοινή γνώμη έχουν τη σχετική περιέργεια. Από την άλλη πλευρά, τα μέσα ενημέρωσης δεν μπορούν και να εξαφανίσουν κάθε πτυχή της ιδιωτικότητας ενός δημοσίου προσώπου. Ωστόσο, η οικογενειακή και συναισθηματική ζωή ενός ατόμου, είναι πτυχές που θα πρέπει να παραμένουν σχεδόν πάντα απαραβίαστες, καθώς είναι στοιχεία που συνδέονται άμεσα με την αξία του ανθρώπου.
β. Προσφυγή στα πολιτικά δικαστήρια
Η προσφυγή στα Πολιτικά Δικαστήρια αποτελεί το προσφορότερο μέσο προστασίας του ατόμου σε περίπτωση παραβίασης των δικαιωμάτων του. Περιεχόμενο δικαστικής προστασίας είναι η επιδίκαση αποζημίωσης οποιασδήποτε μορφής, περιουσιακής ζημίας ή ηθικής βλάβης, που προκλήθηκε δια του Τύπου ή με ραδιοφωνικές ή τηλεοπτικές εκπομπές, ως και οι συναφείς προς αυτές αξιώσεις προστασίας της προσωπικότητας των προσβληθέντων.
Από τη Σοφία Ι Αντωνοπούλου