Όλες οι αλλαγές στο νόμο για τα υπερχρεωμένα
Ο ν. 4336/2015 επέφερε μεγάλες αλλαγές στο νόμο για τη ρύθμιση των υπερχρεωμένων προσώπων (γνωστό και ως «νόμο Κατσέλη»). Ειδικότερα, με το ν. 4336/2015 υπήχθησαν πλέον στη ρύθμιση του νόμου για τα υπερχρεωμένα, πέραν των λοιπών οφειλών σε πιστωτές, και οι οφειλές προς το δημόσιο, τη φορολογική διοίκηση, τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης α’ και β’ βαθμού και τους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης. Από τις οφειλές προς ρύθμιση όμως εξαιρούνται οι οφειλές που οφείλονται σε αδικήματα από δόλο ή βαριά αμέλεια ή σε χρηματικές ποινές ή διοικητικά πρόστιμα, καθώς και οι οφειλές από Φ.Π.Α., ούτε οι οφειλές από υποχρεώσεις διατροφής. Η δυνατότητα ρύθμισης οφειλών προς το δημόσιο, τη φορολογική διοίκηση κλπ αφορά και τις εκκρεμούσες αιτήσεις, για αυτό και οι οφειλέτες που ήδη έχουν υποβάλει τη σχετική αίτηση μπορούν να επανυποβάλλουν αιτήσεις για συμπεριλάβουν στην αιτούμενη ρύθμιση και τις οφειλές αυτές.
Ο νόμος πλέον προβλέπει ότι με την αίτηση κατατίθεται και σχέδιο διευθέτησης οφειλών ή αίτημα διαγραφής χρεών, εφόσον πληροί τις σχετικές προϋποθέσεις. Περαιτέρω, ο νέος νόμος προβλέπει την ύπαρξη διοικητικής διαδικασίας παραλαβής της αίτησης και των απαιτούμενων δικαιολογητικών, που προβαίνει σε έλεγχο πληρότητας των στοιχείων, και καλεί τον αιτούντα να προσκομίσει εντός 15 ημερών, αν τυχόν ελλείπουν στοιχεία, νέα συμπληρωματικά στοιχεία, και σε αντίθετη περίπτωση θέτει το φάκελο στο αρχείο. Εν συνεχεία, μετά την επιτυχή και πλήρη συμπλήρωση του φακέλου της υπόθεσης, προσδιορίζεται δικάσιμος της αίτησης, υποχρεωτικά εντός 6 μηνών από την ημερομηνία ολοκλήρωσης της υποβολής της αίτησης. Ημερομηνία επικύρωσης του προδικαστικού συμβιβασμού ή του αιτήματος προσωρινής διαταγής γίνεται εντός 2 μηνών από την ολοκλήρωση της κατάθεσης. Η αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων, δε, δεν μπορεί να παρατείνεται πέραν των 6 μηνών από την ολοκλήρωση της κατάθεσης της αίτησης.
Ο οφειλέτης υποχρεούται να προβαίνει σε σύμμετρη ικανοποίηση των πιστωτών του μηνιαίως με βάση το σχέδιο αποπληρωμής που έχει επικυρωθεί ή σύμφωνα με την απόφαση της προσωρινής διαταγής. Ο νέος νόμος για πρώτη φορά εισάγει το κριτήριο των εύλογων δαπανών διαβίωσης του οφειλέτη και της οικογενείας του, το οποίο καθορίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ, προκειμένου να αφαιρεθούν οι εύλογες αυτές δαπάνες από τις μηνιαίες καταβολές στις οποίες θα προβαίνει προς τους πιστωτές του. Πέραν της υποχρέωσης του οφειλέτη να τηρεί τους όρους της ρύθμισης με βάση την απόφαση της προσωρινής διαταγής ή του προδικαστικού συμβιβασμού, ο νέος νόμος ορίζει ότι η μη καταβολή τριών δόσεων στο ίδιο έτος συνεπάγεται την παύση της αναστολής των καταδιωκτικών μέτρων.
Ο νέος νόμος εισάγει την καινοτόμο ρύθμιση για την ταχεία διευθέτηση μικρο-οφειλών, η οποία εφαρμόζεται σε οφειλές προσώπων που δεν υπερβαίνουν τις 20.000,00 €, οι οποίοι έχουν μηδενικό εισόδημα, δεν διαθέτουν ακίνητη περιουσία, δεν έχουν προβεί σε μεταβίβαση ή εκποίηση ακίνητης περιουσίας τον τελευταίο χρόνο, το σύνολο της λοιπής περιουσίας τους, συμπεριλαμβανομένων και των καταθέσεών τους, δεν υπερβαίνει τα 1.000,00 € και υπήρξαν συνεργάσιμοι δανειολήπτες. Για τις περιπτώσεις αυτές, προβλέπεται άμεση διαγραφή οφειλών και περίοδο επιτήρησης διάρκειας 18 μηνών, κατά την οποία αν υπάρξει μεταβολή της περιουσιακής τους κατάστασης οφείλουν να ενημερώσουν τους πιστωτές και το δικαστήριο, ενώ τη δυνατότητα να αιτηθούν τη μεταρρύθμιση της δικαστικής απόφασης έχουν και οι πιστωτές αν αντιληφθούν μεταβολή της περιουσιακής κατάστασης των οφειλετών.
Άλλη σημαντική αλλαγή που επιφέρει ο νέος νόμος είναι η δυνατότητα για την προστασία της κύριας κατοικίας του οφειλέτη. Με τη νέα ρύθμιση, κατά απόκλιση της παλαιότερης διάταξης που προστάτευε την κύρια κατοικία του οφειλέτη εφόσον η αντικειμενική της αξία ισούταν με το αφορολόγητο όριο απόκτησης προσαυξημένο κατά 50%, ως κριτήρια για την προστασία της κύριας κατοικίας θεσπίζονται το εισόδημα του οφειλέτη, η αξία της πρώτης κατοικίας και το ύψος του συνόλου των οφειλών. Παρέχεται δε νομοθετική εξουσιοδότηση για την έκδοση υπουργικής απόφασης, με την οποία θα καθορίζονται τα κριτήρια αυτά, αλλά μέχρι τότε εξακολουθεί να εφαρμόζεται η αρχική διάταξη (αντικειμενική αξία κύριας κατοικίας ύψους ίσου με το αφορολόγητο ποσό αντικειμενικής αξίας της πρώτης κατοικίας, συν πενήντα τοις εκατό (50%).
Επιπλέον,
ο νέος νόμος εισάγει διάταξη για την ανάπτυξη και τήρηση Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος στα Ειρηνοδικεία της χώρας, ενώ εκκρεμεί και σε αυτή την περίπτωση η έκδοση υπουργικής απόφασης για τον καθορισμό των λεπτομερειών εφαρμογής του συστήματος αυτού.
Άλλη μεγάλη αλλαγή αφορά την υποχρέωση των οφειλετών, των οποίων η αίτηση εκκρεμεί άνω των 6 μηνών χωρίς να έχει εκδικαστεί ή να έχει επέλθει δικαστικός συμβιβασμός, να προσκομίσουν επικαιροποιημένα τα στοιχεία που απαιτούνται για την υποβολή της αίτησης (δηλαδή τα στοιχεία για την περιουσιακή κατάσταση του συζύγου και τα εισοδήματά τους, κατάσταση των πιστωτών και των απαιτήσεών τους, τυχόν μεταβιβάσεις την τελευταία τριετία, σχέδιο διευθέτησης οφειλών ή αίτημα διαγραφής χρεών εφόσον υπάγεται στη σχετική ρύθμιση, καθώς και υπεύθυνη δήλωση για την ορθότητα του περιεχομένου της αίτησης). Τυχόν παράβαση της υποχρέωσης αυτής επιφέρει τις συνέπειες της μη ειλικρινούς δήλωσης και την απώλεια της προστασίας. Περαιτέρω, ο νέος νόμος θεσπίζει την υποχρέωση όσων οφειλετών οι αιτήσεις τους έχουν προσδιοριστεί να εκδικαστούν πέραν μίας τριετίας από το χρόνο έναρξης ισχύος του ν. 4336/2015, να υποβάλλουν εντός 4 μηνών αίτηση για επαναπροσδιορισμό της συζήτησης της υπόθεσής τους σε συντομότερη δικάσιμο, ενώ αν δεν υποβληθεί η σχετική αίτηση οι δικάσιμοι προσδιορίζονται αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο.
Εφόσον υπάρχει ρευστοποιήσιμη περιουσία, η εκποίηση της οποίας κρίνεται απαραίτητη για την ικανοποίηση των πιστωτών, ή όταν το δικαστήριο κρίνει αναγκαίο να παρακολουθήσει και να υποβοηθήσει την εκτέλεση των όρων ρύθμισης των οφειλών για την απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη ή την εξασφάλιση των συμφερόντων των πιστωτών, ορίζεται εκκαθαριστής. Εκκαθαριστής μπορεί να ορίζεται το πρόσωπο που προτείνουν πιστωτές οι οποίοι αντιπροσωπεύουν την πλειοψηφία των πιστώσεων ή πρόσωπο από τον κατάλογο των πραγματογνωμόνων. Έργο του εκκαθαριστή είναι κατά κύριο λόγο η διαχείριση της περιουσίας του οφειλέτη, η διασφάλισή της σε όλο το νόμιμο ύψος της χάριν των πιστωτών, η πρόσφορη εκποίησή της, η προνομιακή ικανοποίηση των πιστωτών που έχουν εμπράγματη ασφάλεια στο εκποιούμενο πράγμα και η σύμμετρη ικανοποίηση των ανέγγυων πιστωτών. Ο οφειλέτης μπορεί να υποβάλει στο δικαστήριο πρόταση εκκαθάρισης ζητώντας να εξαιρεθεί από την εκποίηση βεβαρημένο ή μη με εμπράγματη ασφάλεια ακίνητο, που χρησιμεύει ως κύρια κατοικία του. Η εξυπηρέτηση της οφειλής γίνεται με επιτόκιο που δεν υπερβαίνει αυτό της ενήμερης οφειλής ή το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο που ίσχυε σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος κατά τον τελευταίο μήνα για τον οποίο υφίσταται μέτρηση, αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ή, σε περίπτωση καθορισμού σταθερού επιτοκίου, το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου για ανάλογη της ρύθμισης περίοδο, όπως ομοίως προκύπτει από το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, και χωρίς ανατοκισμό. Για τον προσδιορισμό της περιόδου τοκοχρεολυτικής εξόφλησης της οριζόμενης συνολικής οφειλής λαμβάνεται υπόψη η διάρκεια των συμβάσεων δυνάμει των οποίων χορηγήθηκαν πιστώσεις στον οφειλέτη. Η περίοδος πάντως αυτή δεν μπορεί να υπερβαίνει τα είκοσι έτη, εκτός αν η διάρκεια των
συμβάσεων δυνάμει των οποίων χορηγήθηκαν πιστώσεις στον οφειλέτη ήταν μεγαλύτερη των είκοσι ετών, οπότε ο Ειρηνοδίκης δύναται να προσδιορίσει μεγαλύτερη διάρκεια, η οποία πάντως δεν υπερβαίνει τα τριάντα πέντε έτη.
Από τη Σοφία Ι. Αντωνοπούλου