Η αποδεικτική ισχύς των ιδιωτικών εγγράφων-συμφωνητικών
Η γνησιότητα των προσαγόμενων προς απόδειξη των ισχυρισμών των διαδίκων ιδιωτικών εγγράφων αμφισβητείται στο πλαίσιο της αποδεικτικής διαδικασίας. Κριτήριο για την κατανομή του βάρους απόδειξης ανάμεσα στους διαδίκους συνιστά το περιεχόμενο του ισχυρισμού με τον οποίο προβάλλεται η έλλειψη γνησιότητας του εγγράφου.
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 457 παρ.2 και 3, 460, 461, όπως ισχύει, και 463 του ΚΠολΔ, προκύπτει ότι τα ιδιωτικά έγγραφα, σε αντίθεση με τα δημόσια δεν έχουν το τεκμήριο γνησιότητας. Η επίκληση και προσκομιδή ιδιωτικού εγγράφου προς απόδειξη ουσιώδους ισχυρισμού εμπεριέχει, εντεύθεν, τον ισχυρισμό του διαδίκου περί της γνησιότητας του, ο δε αντίδικος τούτου έχει το βάρος της δήλωσης περί άρνησης της γνησιότητας και ο πρώτος της απόδειξης αυτής, όταν αμφισβητηθεί, καθόσον η αμφισβήτηση της γνησιότητας αποτελεί άρνηση. Εφόσον το ιδιωτικό έγγραφο είναι ενυπόγραφο, αδιάφορο αν φέρει την υπογραφή εκείνου κατά του οποίου προσάγεται ή τρίτου, το παραγόμενο από τη μη αμφισβήτηση της γνησιότητας της υπογραφής αμάχητο τεκμήριο περί της γνησιότητας του υπερκειμένου περιεχομένου του εγγράφου, που καλύπτεται με την υπογραφή, ανατρέπεται μόνο με την προσβολή του εγγράφου ως πλαστού, του επικαλούμενου την πλαστότητα, του επικαλούμενου την πλαστότητα, επιβαρυνόμενου με την απόδειξη της κατά τα άρθρα 463 και 98 ΚΠολΔ (ΑΠ 20/2017). Αντίθετα, ως προς την αλήθεια του περιεχομένου της δηλώσεως, επιτρέπεται ανταπόδειξη, ακόμη και χωρίς να προσβληθεί το έγγραφο ως πλαστό (ΑΠ 85/2018). Η αμφισβήτηση της γνησιότητας ιδιωτικού εγγράφου, καθώς και η προσβολή του ως πλαστού, χωρίς να αποδίδεται η πλαστότητα σε συγκεκριμένο πρόσωπο, πρέπει να γίνει κατά την ίδια συνεδρίαση, κατά την οποία το έγγραφο προσκομίζεται, με προσθήκη στις προτάσεις, επιβάλλεται δε να είναι ρητή, σαφής και ειδική, τυχόν δε αμφισβήτηση σε μεταγενέστερη συζήτηση όπως π.χ. το πρώτον ενώπιον του Εφετείου, είναι απαράδεκτη εάν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των άρθρων 269 και 527 ΚΠολΔ (ΑΠ 239/2017).
Επομένως, όπως προκύπτει από τα ανωτέρω, το βάρος απόδειξης της γνησιότητας του προσαγόμενου εγγράφου, όταν αυτή αμφισβητηθεί, φέρει ο διάδικος που το προσκόμισε, καθώς ο ισχυρισμός περί μη γνησιότητας εγγράφου αποτελεί άρνηση. Ο διάδικος κατά του οποίου προσάγεται μπορεί να αμφισβητήσει τη γνησιότητα είτε του ίδιου εγγράφου είτε του περιεχομένου του. Εάν, όμως, δεν αμφισβητηθεί στοιχείο τυπικό/εξωτερικό του εγγράφου, η γνησιότητα επεκτείνεται και στο περιεχόμενο του εγγράφου, το οποίο πλέον είναι δυνατό να αμφισβητηθεί μόνο ως πλαστό. Η αμφισβήτηση εγγράφου πρέπει σε κάθε περίπτωση να προβληθεί στο πλαίσιο της ίδιας συζητήσεως της επίδικης διαφοράς, και όχι για πρώτη φορά στο Εφετείο, εκτός αν συντρέχουν ειδικοί προς τούτο λόγοι που προβλέπονται στο νόμο.
Από τη Σοφία Ι. Αντωνοπούλου