Η ποινική ρήτρα
Με τη διάταξη του άρθρου 404 του Αστικού Κώδικα δίνεται η δυνατότητα στο δανειστή να εξασφαλίσει την ικανοποίηση της απαίτησης του ένεκα ενδεχόμενης αδυναμίας του οφειλέτη να εκπληρώσει την παροχή. Η εξασφάλιση αυτή παρέχεται μέσω «ποινικής ρήτρας» που θα αποτελεί όρο της Σύμβασης. Σύμφωνα με το άρθρο 405 του Αστικού Κώδικα, η ποινή καταπίπτει εάν ο οφειλέτης αδυνατεί υπαίτια να εκπληρώσει την παροχή ή εάν περιέλθει σε υπερημερία, να εκπνεύσει δηλαδή η προθεσμία εντός της οποίας έπρεπε να λάβει χώρα η παροχή.
Από τις προαναφερόμενες διατάξεις σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 111 παρ. 2,118 περ. 4 και 216 παρ. 1 ΚΠολΔ συνάγεται ότι, σε περίπτωση συνομολογήσεως ποινικής ρήτρας για την περίπτωση της μη προσήκουσας, υπό της μορφή της μη έγκαιρης εκπλήρωσης της παροχής, ο δανειστής, απαιτώντας την ποινή, οφείλει για το ορισμένο της αγωγής του, να αποδείξει: α) τη σύμβαση που πρέπει να εκπληρωθεί, β) τη συμφωνία για την ποινική ρήτρα και γ) τις προϋποθέσεις της υπερημερίας, δηλαδή την όχληση του οφειλέτη, ή ότι παρήλθε η δήλη μέρα εκπληρώσεως της παροχής (ΑΠ 1460/2005). Αντιθέτως, ο οφειλέτης και όχι ο δανειστής φέρει το βάρος απόδειξης του ότι η εκ μέρους του εκπλήρωση της παροχής ήταν έγκαιρη (ΑΠ 391/1987 ΕΕΝ 55.119, ΕφΘεσ 1864/1999 Αρμ 2000.771, ΕφΑθ 6592/1990 ΕλλΔνη 31.1534, Ταμπάκη, στον ΑΚ Γεωργιάδη- Σταθόπουλου, άρθρο 409, αρ. 14, Βαθρακοκοίλη , Ερμηνεία – Νομολογία Αστικού Κώδικα, 2003, Τόμος Β’, άρθρο 405, αρ. 10, σελ. 437) και ότι δεν είναι υπαίτιος για τη μη προσήκουσα (έγκαιρη) εκπλήρωση (ΑΠ 1705/2002 ΝοΒ 51.1223, ΑΠ 762/2000 ΕλλΔ 42.153, ΑΠ 391/1987, ό.π., ΕφΑθ 4116/2001 ΕλλΔ 44554, ΕφΑθ 669/2001 ΕλλΔ 43246, Ταμπάκη, ό.π. Βαθρακοκοίλη ό.π.) και συνεπώς οι ισχυρισμοί αυτοί δεν αποτελούν στοιχεία της βάσης της αγωγής αλλά στοιχεία θεμελιωτικά ενστάσεων.
Επομένως, όπως καθίσταται σαφές από το πλέγμα των ανωτέρω διατάξεων, η «ποινική ρήτρα» λειτουργεί εξασφαλιστικά για το δανειστή που διεκδικεί αυτήν δια της δικαστικής οδού υπό την προϋπόθεση ότι εκείνος μπορεί να αποδείξει τη συμφωνία που την προβλέπει και τη μη εκπλήρωση της παροχής από μέρους του οφειλέτη. Από την άλλη πλευρά, ο οφειλέτης φέρει το βάρος να αποδείξει ότι η εκπλήρωση έγινε κατά το χρόνο που συμφωνήθηκε ή ότι δεν ήταν εκείνος υπαίτιος για την καθυστέρηση της εκπλήρωσης.
Από τη Σοφία Ι. Αντωνοπούλου