Μη ομαλή εξέλιξη στη σύμβαση πώλησης
Στις διατάξεις των άρθρων 534 επ. του Αστικού Κώδικα ορίζονται τα σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μερών από σύμβαση πώλησης όταν το πωληθέν έχει πραγματικά ελαττώματα ή δεν φέρει τις συνομολογημένες ιδιότητες. Ο νόμος προβλέπει με πληρότητα και σαφήνεια σε ποιες περιπτώσεις η σύμβαση πώλησης δεν εκτελείται με τον προσήκοντα τρόπο, ποιες είναι οι υποχρεώσεις του πωλητή και ποια τα δικαιώματα του αγοραστή από σύμβαση πώλησης πλημμελώς εκτελεσθείσα.
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 534 του ΑΚ (όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το ν. 3043/21.08.2002, ΦΕΚ Α’ 192/2002) «ο πωλητής υποχρεούται να παραδώσει το πράγμα με τις συνομολογημένες ιδιότητες και χωρίς πραγματικά ελαττώματα». Ως «πραγματικό ελάττωμα» χαρακτηρίζεται η ατέλεια του πράγματος που αφορά στην ιδιοσυστασία ή την κατάσταση του πωληθέντος πράγματος κατά τον κρίσιμο χρόνο μετάθεσης του κινδύνου στον αγοραστή και έχει αρνητική επίδραση πάνω στην αξία ή τη χρησιμότητα του (ΟλΑΠ 1544/2008). Η προς το χειρότερο, δηλαδή, παρέκκλιση του πράγματος από την ομαλή αυτού κατάσταση, η οποία οφείλεται κατά κανόνα στον ατελή τρόπο κατασκευής ή και συσκευασίας, καθώς και στη χρησιμοποίηση κακής ποιότητας υλικών και η παρέκκλιση αυτή έχει ως συνέπεια, ανεξάρτητα από την αιτία που την προκαλεί, την αρνητική επίδραση επί της αξίας του πράγματος ή της χρησιμότητας αυτού ενόψει των συμφωνηθέντων με τη σχετική σύμβαση πώλησης, ανεξάρτητα από το ήταν φανερά ή όχι, ή εάν τα γνώριζε ή όχι ο πωλητής. Εξάλλου, ως «ιδιότητα του πράγματος» θεωρείται όχι μόνον κάποιο συγκεκριμένο φυσικό γνώρισμα η πλεονέκτημα του πράγματος αλλά και οποιαδήποτε σχέση, η οποία από το είδος και τη διάρκεια της επιδρά κατά την αντίληψη των συναλλαγών στην αξία ή στη χρησιμότητα του πράγματος. Συνομολόγηση ιδιότητος του πωληθέντος πράγματος κατά την έννοια του πιο πάνω άρθρου υπάρχει, όταν ο πωλητής προέβη σε δήλωση που έγινε αποδεκτή από τον αγοραστή, η οποία έχει ως περιεχόμενο την ύπαρξη ορισμένων και συγκεκριμένων τεχνικών ιδιοτήτων ή προσόντων του αντικειμένου της σύμβασης, στην ύπαρξη της οποίας αποδίδεται ιδιαίτερη σημασία από τον αγοραστή και την ανάληψη ευθύνης του δηλούντος για την ύπαρξη της ιδιότητος αυτής και τις συνέπειες της έλλειψης της (ΑΠ 243/2009). Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 540 παρ. 1 ΑΚ «στις περιπτώσεις ευθύνης του πωλητή για πραγματικό ελάττωμα ή για έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας ο αγοραστής δικαιούται κατ’ επιλογήν του: 1. Να απαιτήσει, χωρίς επιβάρυνση του, τη διόρθωση η την αντικατάσταση του πράγματος με άλλο, εκτός αν μια τέτοια ενέργεια είναι αδύνατη ή απαιτεί δυσανάλογες δαπάνες. 2. Να μειώσει το τίμημα. 3. να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, εκτός αν πρόκειται για επουσιώδες πραγματικό ελάττωμα». Τα εκ του άρθρου 540 ΑΚ χορηγούμενα στον αγοραστή δικαιώματα και αξιώσεις, δεν μπορούν να ασκηθούν σωρευτικά, αλλά ο αγοραστής έχει το εκλεκτικό δικαίωμα να επιλέξει μια από αυτές και να την ασκήσει, γιατί κατά τη διάταξη του άρθρου 306 ΑΚ, η οποία εφαρμόζεται αναλογικά και επί διαζευκτικής συρροής αξιώσεων, η επιλογή, που θα γίνει μία φορά, είναι αμετάκλητη. Ειδικώς, όμως, καθόσον αφορά στις αξιώσεις διόρθωσης ή αντικατάστασης, που συνιστούν επί της ουσίας αξιώσεις μετεκπλήρωσης της σύμβασης, ο αγοραστής εξακολουθεί να έχει δικαίωμα υπαναχώρησης ή μείωσης του τιμήματος, στην περίπτωση που η διόρθωση έλαβε μεν χώρα, το ελάττωμα, όμως, παρέμεινε ή στην περίπτωση της αντικατάστασης, στην επιλογή δηλαδή του αγοραστή να εμμείνει στη σύμβαση και να ζητήσει στη συνέχεια μείωση του τιμήματος ή να υπαναχωρήσει, εάν ο πωλητής αρνήθηκε ή δεν προέβη στην αντικατάσταση σε εύλογο χρόνο. Τούτο συνάγεται, τόσο από τη διάταξη του άρθρου 541 ΑΚ, σύμφωνα με την οποία «ο αγοραστής μπορεί, αν διαπιστωθεί αργότερα και άλλο ελάττωμα, να ασκήσει εκ νέου ένα από τα δικαιώματα» του άρθρου 540 ΑΚ, όσο και από την τελολογία των οικείων διατάξεων. Έτσι, και στις περιπτώσεις αυτές, μπορεί να ασκήσει το διαπλαστικό δικαίωμα της υπαναχώρησης , με την άσκηση του οποίου η σύμβαση της πώλησης ανατρέπεται αναδρομικά και οι συμβαλλόμενοι ενέχονται σε αμοιβαία επιστροφή των ληφθεισών παροχών (άρθρο 389, 547 ΑΚ), (ΑΠ 1636/2014, ΑΠ 2216/2014, ΑΠ 575/2013).
Επομένως, σε περίπτωση που το πωληθέν είναι ελαττωματικό η δεν φέρει τις συνομολογημένες ιδιότητες, ο αγοραστής μπορεί να επιλέξει ένα από τα δικαιώματα που του χορηγεί το άρθρο 540 ΑΚ προκειμένου να προστατεύσει εαυτόν από την ελαττωματική εκπλήρωση της σύμβασης. Στην περίπτωση δε που επιλέξει να αξιώσει τη διόρθωση ή την αντικατάσταση του πωληθέντος, για λόγους σχετικούς με τη φύση της εκπλήρωσης αυτής, διατηρείται το δικαίωμα του αγοραστή να ασκήσει δύο από τα παρεχόμενα εκ του άρθρου 540 ΑΚ δικαιώματα, εάν το ελάττωμα παραμείνει ή ο πωλητής δεν προβαίνει σε αντικατάσταση του πράγματος όπως του ζητήθηκε από μέρους του αγοραστή. Οι διατάξεις των άρθρων 534 επ. του Αστικού Κώδικα δημιουργούν ένα πλέγμα προστασίας του ζημιωθέντος από ελαττωματική εκπλήρωση σύμβασης πώλησης αγοραστή, ακόμα και όταν λαμβάνει χώρα νέα ελαττωματική εκπλήρωση αυτής ή δεν λαμβάνει χώρα νέα εκπλήρωση, να αξιώσει δηλαδή τη μείωση του τιμήματος ή να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση.
Από τη Σοφία Ι. Αντωνοπούλου